Σιδηρόκαστρο / Επιτυχημένη η εκδήλωση για το Κάστρο – Η είσηγηση του κ. Μπονόβα


Επιτυχία, με τη συμμετοχή πολλών σιδηροκαστρινών,  σημείωσε η εκδήλωση για « Το παρόν και το μέλλον των αρχαιοτήτων της περιοχής Σιδηροκάστρου. Μνημειακή ανάδειξη του Κάστρου» που θα αναπτύξει ο Αρχαιολόγος της Εφορίας Αρχαιοτήτων Σερρών Νικόλαος Μπονόβας, σε εκδήλωση που διοργάνωσαν στο Σιδηρόκαστρο την Τετάρτη (14.5.25) στο καφέ freddo στις 7.30 το απόγευμα, η εφημερίδα ” Ψυθιροι της Σιντικης” το sintikinews.blogspot.com και ο Πολυχώρος Αύρα στη Βυρώνεια.  Ακολούθησε γόνιμος διάλογος. Είναι η 7η εκδήλωση που διοργανώνεται απο τους συγκεκριμένους διοργανωτές.


Η εισήγηση του κ. Μπονόβα

 Η πόλη και η περιοχή του Σιδηροκάστρου έχουν να επιδείξουν συνεχή ζωή από την Ύστερη Εποχή Χαλκού, ενώ είναι γνωστές αναφορές Ομήρου (8ος αιώνας), του προφήτη Δανιήλ (τέλη 7ου-αρχές 6ου αιώνα) και του Πατέρα της Ιστορίας Ηρόδοτου (5ος αιώνας).

Σήμα κατατεθέν της κωμόπολης του Σιδηροκάστρου αποτελεί ο ιδιαίτερα  εντυπωσιακός λόφος Ισάρι που δεσπόζει της πόλης (ΕΙΚ 1) με τo οχυρό συγκρότημα βυζαντινών χρόνων, το οποίο είναι γνωστό ως ΔεμίρΧισάρ (Σιδερένιο κάστρο). Η ονομασία προέρχεται από το φύση και θέση ισχυρό και απόρθητο οχυρό στη περιοχή πλούσια σε κοιτάσματα σιδήρου. Πρόκειται για δείγμα τυπικής οχυρωματικής των μεσοβυζαντινών χρόνων, χτισμένο με κροκάλες από τον γειτονικό ποταμό Κρουσοβίτη και σποραδική χρήση πλίνθων. Είναι ένα από τα κάστρα που διαμορφώθηκαν στις θέσεις επαρχιακών οικισμών, αποσκοπώντας στην προστασία των κατοίκων της υπαίθρου από τις Σλαβικές επιδρομές, οι οποίες είχαν αρχίσει τον 6ο αιώνα και διήρκεσαν έως τον 11ο αιώνα. Στον βορειοελλαδικό χώρο σώζονται ανάλογα παραδείγματα κάστρων, όπως η Ρεντίνα Θεσσαλονίκης, το Γυναικόκαστρο Κιλκίς, ο Πλαταμώνας Πιερίας, τα Σέρβια Κοζάνης, το Πύθιο Έβρου.

Πρώιμο μνημείο από τον 4ο αιώνα π.Χ. αποτελεί ο (ΕΙΚ 2) υπόσκαφος τάφος στο νοτιοδυτικό τμήμα του βραχώδους λόφου Ισάρι με πρόσοψη  που μιμείται αρχαιοελληνικό ναό, μοναδικός στον ελλαδικό χώρο, με παράλληλα στη Μικρά Ασία (Λυκία, Φρυγία). Έχει διαμορφωθεί σε ιερό βήμα του ναού του αγίου Δημητρίου ή της αγία Ζώνης, τον οποίο ίδρυσαν οι Έλληνες πρόσφυγες από το Μελένικο. Επιπλέον, στο Σιδηρόκαστρο έχει εντοπιστεί νεκροταφείο ρωμαϊκών χρόνων (146 π.Χ. καταστροφή Κορίνθου-περίπου 330 μ.Χ. ίδρυση Κωνσταντινούπολης), ενώ βρέθηκε χρονολογημένη επιγραφή από το έτος 156 μ.Χ. κατά την ανέγερση Δημοτικού Σχολείου στη συνοικία Τσερκέζικα-Βαρόσι.

Το κάστρο αποτελούσε προμαχώνα της βυζαντινής αυτοκρατορίας και της πόλης των Σερρών έναντι των βόρειων επιδρομέων. Ενδεικτική είναι η υπογράμμιση της σπουδαιότητας της θέσης του σε οχυρή τοποθεσία, με εποπτεία στο πέρασμα (Δερβένι μέσω του Ρουπελ) προς τη Βουλγαρία και στον κάμπο των Σερρών.

Από το Σιδηρόκαστρο θα πρέπει να πέρασαν οι βυζαντινοί αυτοκράτορες Νικηφόρος Φωκάς (963-969) και Ιωάννης Τσιμισκής (969-976) κατά τις εκστρατείες τους με αφετηρία την πόλη των Σερρών, κατευθυνόμενοι εναντίον των Βουλγάρων. Το έτος 1014 το Ισάρι πιθανόν χρησίμευσε περιοδικά, όπως και η πόλη των Σερρών, ως έδρα του βυζαντινού αυτοκράτορα Βασίλειου Β΄ (976-1025) του επονομαζόμενου Πορφυρογέννητου  αλλά και Βουλγαροκτόνου, προσωνύμιο που έλαβε μετά από τη νικηφόρα μάχη στο Κλειδί, στις 29 Ιουλίου 1014, εναντίον του στρατού του Σαμουήλ, τσάρου των  Βουλγάρων. Από τον στρατό τους ως γνωστόν αιχμαλωτίστηκαν 15.000 άνδρες, οι οποίοι τυφλώθηκαν, ενώ μόνο ένας μονόφθαλμος αφέθηκε ανά 100 άνδρες, για να τους οδηγήσει στην πατρίδα τους. Η τιμωρία τους υπήρξε μία από τις πλέον παραδειγματικές στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία, με μοναδικά ίσως παράλληλα τις εκτελέσεις από τους Ρωμαίους στον ποταμό Ρήνο της Γερμανίας, τον 4ο αιώνα: περίπου 7.000 Γότθων στη γέφυρα της πόλης Regensburg βόρεια από το Μόναχο, και ακόμη περίπου 6.000, στην περιοχή της Βόννης. Η σιωπή, ωστόσο, των πηγών για το Σιδηρόκαστρο είναι εντυπωσιακή. 

Το κάστρο επισκευάσθηκε τη δεκαετία του 1320, (ΕΙΚ 3) από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ανδρόνικο Γ΄ Παλαιολόγο (1328-1341), ο οποίος έκτισε και πύργο στο βαρόσι. Φωτό από το Αρχείο AlbertHahn στη Βουλώνη ανατολικά του Παρισού. Μεταγενέστερα, το έτος 1345 ο Σέρβος κράλης Στέφανος Ούρος (ή Ούρεσης) Δ΄ Δουσάν, (ΕΙΚ 4) κατέλαβε το Ισάρι και τις Σέρρες και ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Αρχικά, το έτος 1331, στο Πέκιο Κοσσυφοπεδίου είχε γίνει η στέψη του σε βασιλιά των Σέρβων και στη συνέχεια την περίοδο 1345-1355 ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας των Σέρβων, Ελλήνων, Βουλγάρων, Βλάχων και Αλβανών. Το έτος 1345 ο Δουσάν κατέλαβε τις Σέρρες και ανακήρυξε την πόλη πρωτεύουσα του βασιλείου του, το οποίο εκτείνονταν στη νότιο Βαλκανική χερσόνησο καταλαμβάνοντας περιοχές της Σερβίας, Αλβανίας, Ελλάδος, Βουλγαρίας. Στο πλαίσιο της παγίωσης της κυριαρχίας του Δουσάν στην περιοχή των Σερρών, έγιναν επισκευές και στο κάστρο Ισάρι. Το 1383 το Σιδηρόκαστρο καταλήφθηκε οριστικά από τους Τούρκους. Οι Έλληνες κάτοικοι με τιμωρητικό τρόπο υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν στο άνυδρο Ισάρι.

Ωστόσο, αυτό σταδιακά εγκαταλείφθηκε, όπως προκύπτει και από τη μαρτυρία του Τούρκου περιηγητή Χατζή Κάλφα που επισκέφθηκε την πόλη το έτος 1648. Οι Έλληνες μετακινήθηκαν στο βαρόσι, όπου ζούσαν μεν σε ελληνορθόδοξες συνοικίες, αλλά αυτές ήταν αναμίξ με συνοικίες Τούρκων, σύμφωνα με τον καθηγητή Αθανάσιο Καραθανάση. Το κάστρο αναφέρεται επίσης το έτος 1715 ως παλαιό, και προφανώς οριστικά ακατοίκητο. Την εντύπωση αυτή αποκόμισε ο Διοικητής Κωνσταντίνος από τη Βλαχία κατά το ταξίδι του στην Πελοπόννησο με σκοπό τη συμμετοχή ως συμμάχου των Τούρκων εναντίον των Βενετών στην Πελοπόννησο. Μεταγενέστερα, το έτος 1807, ο Γάλλος αξιωματικός του Ναπολέοντα J. J. Tromelin αναφέρει ότι το τείχος της πόλης είχε ύψος 12 πόδια και ενισχύονταν με τετράγωνους πύργους, δίχως όμως αναφορά στο Ισάρι. Το κάστρο αναφέρεται σε γεωγραφικά εγχειρίδια και ταξιδιωτικά κείμενα των όψιμων μεταβυζαντινών και νεότερων χρόνων (C. E. Guys πρόξενος Γαλλίας στη Θεσσαλονίκη α μισό 19oυ αιώνα και Γεώργιος Μάνος 1826). Κατατοπιστικό είναι το τοπογραφικό σχέδιο (ΕΙΚ 5) (πρώτη λεπτομερής αποτύπωση) του Σιδηροκάστρου (“PlanvonDemirhissar in Macedonien”), το οποίο έγινε τον Ιούλιο του έτους 1832 καθ’ υπόδειξη του Αυστριακού WilhelmvonChabert (-Ostland), Μέγα Δραγουμάνου της Αυστροουγγαρίας στην Κωνσταντινούπολη. Το σχέδιο του Chabert φαίνεται ότι αποτέλεσε το γεωγραφικό υπόστρωμα αποτύπωσης (ΕΙΚ 6), καθώς επίσης της μελέτης του Μουτσόπουλου το έτος 1990 (ΕΙΚ 7).    

Το βυζαντινό κάστρο είναι χτισμένο με κροκάλες από τον πλησιόχωρο ποταμό Κρουσοβίτη, και σποραδικά πλίνθους, ορθογωνισμένος λίθους και ασβεστοκονίαμα με χαλίκι. Η θέση του κάστρου είναι φύση και θέση οχυρή, συγκεντρώνοντας ιδανικές προϋποθέσεις εγκατάστασης (ηλιασμός, ευρεία ενδοχώρα, εποπτεία και ασφάλεια). Στον λόφο του κάστρου η ανασκαφική έρευνα διαπίστωσε την κατοίκηση του χώρου από τους όψιμους χρόνους της Νεότερης Νεολιθικής (3.500 π.Χ.) και της πρώιμης Εποχής του Χαλκού (2.000).

Η βόρεια και η δυτική πλευρά του βράχου είναι απόκρημνες, όπου η περίμετρος του τείχους είναι εξαιρετικά περιορισμένη (EIK 8). Εδώ, το τείχος έχει διαφραγματικό ρόλο σε σημεία με κοιλώματα και σπηλιές. Ιδιαίτερη φροντίδα δόθηκε στην ανάπτυξη της ανατολικής περιμέτρου, κυρίως δε της νότιας, του τείχους, όπου το έδαφος είναι περισσότερο βατό. Το τείχος ενισχύεται με τετράγωνους στην κάτοψη πύργους στην ανατολική περίμετρο και κυκλικούς (ΕΙΚ 9) στη νότια. Η ανέγερση κυκλικών πύργων αποσκοπεί στην απόκρουση των λίθινων βλημάτων από πετροβόλες μηχανές. Η πρόσβαση γίνεται από τη νοτιοανατολική πλευρά, όπου υπάρχουν δύο είσοδοι, η μία στην ακρόπολη δυτικά και η άλλη στον κάτω οικισμό ανατολικά.

Η (ΕΙΚ 10) δυτική πύλη εισόδου παρέχει είσοδο σε εσωτερική μικρή αυλή (ΕΙΚ 11) στο δυτικό τμήμα του κάστρου. Δυτικά της αυλής διαμορφώνεται η ακρόπολη με ορθογώνιο στην κάτοψη ακρόπυργο (ΕΙΚ 12), με κτιστή υπόγεια δεξαμενή (κινστέρνα). Από την ανωδομή του πύργου της ακρόπολης έχει κυλίσει η κορυφή του θόλου εκτός του κάστρου (ΕΙΚ 13). Ο ακρόπυργος αποτελούσε το έσχατο σημείο άμυνας και το πλέον οχυρό τμήμα της ακρόπολης, η οποία καταλαμβάνει μικρή έκταση από τη συνολική επιφάνεια του κάστρου. Το μεγαλύτερο κάτω τειχοπερίκλειστο τμήμα του κάστρο αποτελούσε  η περιοχή με οικίες ανατολικά της ακρόπολης. Σε αυτό εντοπίστηκε (ΕΙΚ 14) ανασκαφικά από την αρχαιολόγο κ. Σταυρούλα Δαδάκη εκκλησία, η οποία σύμφωνα με τα ανασκαφικά ευρήματα ανάγεται χρονικά στο 10ο αιώνα. Από την εκκλησία διασώθηκε πεσσόκρανο in situ, σε δεύτερη χρήση (ΕΙΚ 15). Μία ακόμη πύλη (ΕΙΚ 16)  διανοίγεται ανατολικά στη μεγάλη νοτιοανατολική πλευρά του κάστρου και πυλίδα (ΕΙΚ 17) στην ανατολική απόληξη του κάστρου. Από την κεραμική, που περισυλλέχθηκε εντός του κάστρου, διαπιστώνεται ότι η παλαιότερη περίοδος εγκατάστασης ανάγεται στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1600-1050 π.Χ.). 

Μεταγενέστερα, στους οθωμανικής κυριαρχίας ήταν γνωστό ως Demirhisar (Ντεμιρχισάρ= σιδερένιο κάστρο), μαρτυρώντας την έντονη μεταλλευτική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή. Η ονομασία ΔεμίρΧισάρ του κάστρου και η κατάληψή του από τον Τούρκο σουλτάνο Μουράτ, άγνωστο πότε, καταγράφεται από τον ανώτερο διπλωμάτη της οθωμανικής αυτοκρατορίας ΕβλιγιάΤσελεμπί, ο οποίος πέρασε από τις Σέρρες και το σιδηρόκαστρο του έτος 1673.

Το κάστρο αποτέλεσε ισχυρή γραμμή άμυνας για όποιον το κατείχε. Στους νεότερους χρόνους ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε το Ισάρι αρχικά στις 27-6-1913 από τους Τούρκους, με διαταγή του βασιλιά Κωνσταντίνου και αργότερα στις 13-9-1918 από τους Βούλγαρους κατά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, με διαταγή του αντιστράτηγου Παναγιώτη Δαγκλή (1853-1924) προς το 1ο Σώμα Στρατού. 

Στην περιοχή του κάστρου Ισάρι εντοπίζονται αρχαιολογικές θέσεις πλησίον της όχθης του ποταμού Κρουσοβίτη. Ξεχωριστό παράδειγμα αποτελεί το σπήλαιο «Καταρράκτες». Διασώζει τεκμήρια, τα οποία αποκαλύφθηκαν ανασκαφικά (υπολείμματα κτισμάτων αντικείμενα καθημερινής χρήσης) πιστοποιώντας εγκατάσταση από τη Νεότερη Νεολιθική και Πρώιμη Εποχή του Χαλκού.

Μόλις 2,5 χλμ. από το Σιδηρόκαστρο, στο φαράγγι της θέσης «Μαύρος Βράχος» (ΕΙΚ 18), αποκαλύφθηκε ένα μικρό, αλλά σημαντικό ιερό του 2ου αιώνα μ.Χ. και τμήμα βυζαντινού κάστρου. Είναι λαξευμένο στον βράχο και αφιερωμένο στον Απόλλωνα, τις Νύμφες και τον Πάνα, όπως μαρτυρούν τα αγαλματίδια και τα υπόλοιπα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στον χώρο. Αξιοσημείωτη από αρχαιολογική άποψη είναι επίσης η ευρύτερη περιοχή της κοιλάδας του Αχλαδοχωρίου με μνημεία καθώς επίσης κεραμική από θέσεις αρχαίων και βυζαντινών χρόνων. Αναφέρεται ενδεικτικά η σπάνια για τα ελλαδικά δεδομένα συστάδα ασκηταριών στην Ανάληψη με τοιχογραφίες 9ου αιώνα από την περίοδο της Εικονομαχίας έως τον 13ο αιώνα (ΕΙΚ 19). 

Πληροφορίες για το κάστρο και τις αρχαιότητες της ευρύτερης περιοχής έχουν συγκεντρωθεί στην επετειακή έκδοση του Δήμου Σιντικής, η οποία υλοποιήθηκε από τον Δήμο Σιντικής το έτος 2014. 

Το κάστρο στο Ισάρι και ο περιβάλλων χώρος διερευνήθηκαν από τη 12η Εφορεία Αρχαιοτήτων Καβάλας το χρονικό διάστημα 1985-1989. Ο τότε Έφορος Αρχαιοτήτων και καθηγητής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης κ. Χαράλαμπος Μπακιρτζής εξασφάλισε χρηματοδότηση από το Υπουργείο Βορείου Ελλάδος και τον Δήμο Σιδηροκάστρου. Έγιναν καθαρισμοί των ερειπίων, στερεωτικές εργασίες και ανασκαφή υπό την επίβλεψη της αρχαιολόγου κ. Σταυρούλας Δαδάκη, με πλέον ενδιαφέρον γεγονός την αποκάλυψη τρίκλιτης βασιλικής μεσοβυζαντινών χρόνων.

,