
Γράφει : Παναγιώτης Σαββίδης
➡️ Ο δήμαρχος Σιντικής Γιώργος Τάτσιος συνηθίζει να δηλώνει συχνά για το «όνειρό» του να μετατρέψει την περιοχή μας σε «Νορμανδία» στον τομέα του ιστορικού τουρισμού και του τουρισμού μνήμης.
Μια τέτοια δήλωση δεν είναι απλώς φιλόδοξη. Είναι ατυχής και παραπλανητική. Γιατί η Νορμανδία δεν έγινε διεθνές σύμβολο μνήμης με λόγια, αλλά με δεκαετίες σοβαρής δουλειάς, σχεδιασμού και διεθνών συνεργασιών.
Εκεί, η Απόβαση του Ιουνίου 1944 –η μεγαλύτερη αμφίβια επιχείρηση της Ιστορίας– μετατράπηκε σε παγκόσμιο σημείο αναφοράς. Δημιουργήθηκαν μεγάλα μουσεία, οργανωμένα μνημεία, στρατιωτικά νεκροταφεία, θεματικές διαδρομές, υποδομές φιλοξενίας και ισχυρό branding που φέρνει εκατομμύρια επισκέπτες κάθε χρόνο και διεθνείς ηγέτες σε κάθε επέτειο.
Στη Σιντική, η Μάχη των Οχυρών του 1941 είναι ένα σπουδαίο εθνικό κεφάλαιο, αλλά η πραγματικότητα είναι απογοητευτική. Το μόνο ουσιαστικά επισκέψιμο οχυρό είναι το Ρούπελ, και αυτό με περιορισμένη δυνατότητα φιλοξενίας και ερμηνείας. Τα υπόλοιπα οχυρά παραμένουν κλειστά, εγκαταλελειμμένα ή υποτυπωδώς προσβάσιμα. Δεν υπάρχει ενιαίο δίκτυο, δεν υπάρχει σοβαρή σήμανση, δεν υπάρχει επαγγελματικό υλικό ξενάγησης. Οι περισσότερες δράσεις βασίζονται σε εθελοντές και συλλόγους, ενώ το κράτος είναι ουσιαστικά απών. Οι περισσότερες δράσεις στη Σιντική στηρίζονται αποκλειστικά σε εθελοντές και συλλόγους, με το κράτος να απουσιάζει παντελώς από τον σχεδιασμό και την υλοποίηση.
Στην πραγματικότητα, η μόνη εκδήλωση που έχει καταφέρει να σταθεί με κύρος, να προσελκύσει χιλιάδες επισκέπτες και να δημιουργήσει πραγματικό όφελος για την τοπική κοινωνία είναι η αναβίωση στο Ρούπελ. Πρόκειται για μια διοργάνωση που έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του κοινού χάρη στην οργάνωση, την ιστορική τεκμηρίωση και τη δυναμική που της προσδίδει η συνεργασία του σωματείου “Στενωπός” με τον δήμο Σιντικής, την Στρατιωτική Υπηρεσία, αναβιωτικές ομάδες κ.α.
Σε αντίθεση με τις πρόχειρες εκδηλώσεις που καταναλώνουν δημόσιους πόρους χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα, το Ρούπελ αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για το πώς μπορεί η μνήμη να μετατραπεί σε πραγματικό πλεονέκτημα για την περιοχή.
Στη Νορμανδία οι εκδηλώσεις μνήμης και ο ιστορικός τουρισμός υλοποιούνται μέσα από ένα οργανωμένο και πολυεπίπεδο σύστημα συνεργασιών, που περιλαμβάνει το γαλλικό κράτος, την τοπική αυτοδιοίκηση, διεθνείς φορείς, μουσεία, συλλόγους και την τουριστική αγορά. Το Υπουργείο Ενόπλων Δυνάμεων και το Υπουργείο Πολιτισμού έχουν τον κεντρικό ρόλο στις επίσημες τελετές, με τη συμμετοχή συμμάχων κρατών όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία και ο Καναδάς.
Η Περιφέρεια Νορμανδίας και οι τοπικοί δήμοι οργανώνουν πολιτιστικά προγράμματα και συντηρούν τις υποδομές, ενώ διεθνείς οργανισμοί όπως η Commonwealth War Graves Commission και η American Battle Monuments Commission φροντίζουν τα στρατιωτικά νεκροταφεία και τα μνημεία. Δεκάδες θεματικά μουσεία –όπως το Caen Memorial Museum ή το Airborne Museum– προσφέρουν χώρους ιστορικής ερμηνείας, ενώ παράλληλα σύλλογοι αναβίωσης με χιλιάδες εθελοντές συμμετέχουν στις αναπαραστάσεις με αυθεντικές στολές και οχήματα. Η τοπική τουριστική αγορά συνδέεται άμεσα με αυτό το δίκτυο, προσφέροντας ξεναγήσεις, θεματικά πακέτα και περιηγήσεις στα πεδία μαχών.
Το αποτέλεσμα είναι ένα ολοκληρωμένο μοντέλο όπου κράτος, αυτοδιοίκηση, διεθνείς οργανισμοί και κοινωνία πολιτών συνεργάζονται συστηματικά, μετατρέποντας τη Νορμανδία σε παγκόσμιο σημείο μνήμης και έναν από τους ισχυρότερους προορισμούς ιστορικού τουρισμού στον κόσμο.
Στη Σιντική, αντίθετα, οι εκδηλώσεις υλοποιούνται αποκλειστικά από τον δήμαρχο κ. Τάτσιο, χωρίς καμία ουσιαστική διαβούλευση με φορείς και κοινωνία, με προχειρότητα, σπατάλη δημόσιου χρήματος, χωρίς οικονομικό απολογισμό και με αμφιβόλου ποιότητας αποτελέσματα. Ο περιβόητος και δαπανηρός «Μήνας των Οχυρών» αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα: εκδηλώσεις που στήνονται στο πόδι, με δαπάνες δυσανάλογες του αντίκτυπου, αναβιώσεις χωρίς ιστορική τεκμηρίωση που θυμίζουν θεάματα εσωτερικής κατανάλωσης και, το χειρότερο, μια συνεχή προσπάθεια αντιπαραβολής με το Ρούπελ, λες και ο ιστορικός τουρισμός είναι πεδίο μικροπολιτικών εντυπώσεων.
Δεν είναι τυχαίο ότι συγκεκριμένο σωματείο, με έδρα το Ν.Πετρίτσι, είδε τα τελευταία δύο χρόνια να εισρέουν στα ταμεία του 46.000 ευρώ από τον δήμο Σντικής, συν άγνωστο ποσό από χορηγίες που κατευθύνθηκαν μέσω της Δημοτικής Αρχής, την ώρα που οι βασικές υποδομές στα οχυρά παραμένουν εγκαταλελειμμένες, χωρίς συντήρηση και χωρίς σχέδιο αξιοποίησης.
Αυτή είναι λοιπόν η βασική διαφορά με τη Νορμανδία. Εκεί η μνήμη οργανώθηκε σε εθνική και διεθνή κλίμακα, με επαγγελματισμό, θεσμική συνέχεια και όραμα. Στη Σιντική, αντίθετα, η μνήμη παραμένει εργαλείο μικροπολιτικής, χωρίς σχέδιο, χωρίς ουσιαστικές συνεργασίες και χωρίς στρατηγική.
Οι εκδηλώσεις στήνονται με προχειρότητα και υπέρογκες δαπάνες, κατευθυνόμενες σε λίγους «ημέτερους», ενώ οι βασικές υποδομές των οχυρών και των ιστορικών μονοπατιών μένουν εγκαταλελειμμένες. Και το χειρότερο μια Δημοτική Αρχή που δεν περιορίζεται μόνο στην κακοδιαχείριση, αλλά στοχεύει συστηματικά και στην απαξίωση ιδιωτικών και συλλογικών πρωτοβουλιών που έχουν αποδείξει πως μπορούν να αναδείξουν την περιοχή με σοβαρότητα και όραμα.
Κλείνοντας, αν πράγματι υπάρχει στόχος να γίνει η Σιντική προορισμός μνήμης, αυτό απαιτεί πολυετές σχέδιο, θεσμικές συνεργασίες, ιστορική τεκμηρίωση και σεβασμό στην Ιστορία. Όχι φθηνές δηλώσεις για εσωτερική κατανάλωση. Γιατί όσο η μνήμη παραμένει όχημα προχειρότητας, καμία «Νορμανδία» δεν πρόκειται να υπάρξει. Μόνο μια κακέκτυπη απομίμηση, που προσβάλλει το ίδιο το ιστορικό βάρος των Οχυρών.