Τι πραγματικά συμβαίνει στη μεταναστευτική δομή της Σιντικής: Νομικό πλαίσιο, διαδικασίες και δημόσιος διάλογος


Μάριος Καλέας

Πλησίον της πόλης των Σερρών, εντός της κοιλάδας του επιβλητικού Στρυμόνα και περιτριγυρισμένη από το χιονοσκεπές όρος Μπέλες βρίσκεται η δομή της Σιντικής του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου

Μια δομή χωρητικότητας 850 ατόμων, η λειτουργία της οποίας ξεκίνησε το 2020 και έκτοτε κλήθηκε να φιλοξενήσει χιλιάδες αιτούντες άσυλο που είχαν φτάσει στη χώρα μας μέσω της Τουρκίας, όπως και περιπτώσεις Ουκρανών εκτοπισμένων συνεπεία της ρωσικής εισβολής του 2022.

Πολλοί κατά καιρούς είναι αυτοί που λόγω της απόμακρης τοποθεσίας της συγκεκριμένης δομής υποκύπτουν στον πειρασμό να την παρομοιάσουν με αντίστοιχες εγκαταστάσεις αποτρεπτικής φύσεως που χρησιμοποιούν οι αμερικανικές υπηρεσίες μετανάστευσης όπως η πρόσφατη που εγκαινίασε ο Πρόεδρος Τραμπ στη Φλόριντα. Πέραν, όμως, των συγκεκριμένων δημοσιογραφικών υπερβολών, η δομή της Σιντικής είναι μια δομή πρότυπο που διαθέτει σύγχρονα μέτρα ασφαλείας, υγειονομικό προσωπικό, υπηρεσίες φύλαξης, σίτισης, καθημερινής καθαριότητας και ένα εξαιρετικά καταρτισμένο στελεχιακό δυναμικό τόσο πολιτικό όσο και ένστολο, που φροντίζει για την εφαρμογή των διαδικασιών ταυτοποίησης, καταγραφής και παραλαβής αιτημάτων ασύλου.

Το τελευταίο διάστημα και ειδικά μετά την ψήφιση της τρίμηνης αναστολής ασύλου την 14/7/2025 και κυρίως την υπερψήφιση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου για την αναμόρφωση του πλαισίου επιστροφών και την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης στις 2/9/2025, η «φύση» της δομής έχει διαφοροποιηθεί και ενώ μέχρι πρότινος λειτουργούσε ως ανοιχτό κέντρο φιλοξενίας, πλέον έχει μετατραπεί για το μεγαλύτερο μέρος των διαμενόντων σε χώρο διοικητικής κράτησης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για την πλειοψηφία των διαμενόντων και συγκεκριμένα για όσους προέρχονται από ασφαλείς χώρες καταγωγής (π.χ. Αίγυπτος, Πακιστάν, Μπαγκλαντές κτλ) και εισήλθαν στην Ελλάδα μέσω Λιβύης, τίθεται εν προκειμένω η εφαρμογή του νεοψηφισθέντος πλαισίου, το οποίο προβλέπει την έως και 24 μήνες διοικητική κράτηση εφόσον πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια όπως αυτά του κινδύνου διαφυγής.

Παράλληλα, και εντός της δομής λαμβάνει χώρα η τάχιστη εξέταση των αιτημάτων διεθνούς προστασίας σύμφωνα πάντα με το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο. Και ενώ στο παρελθόν, και συγκεκριμένα προ του 2019, περίπου 220.000 αιτήματα ασύλου «λίμναζαν» για περισσότερα από 3 χρόνια ως εκκρεμή, οι διαδικασίες σήμερα εντός της δομής είναι τέτοιες που η εξέτασή τους ολοκληρώνεται σε λιγότερο από 30 ημέρες όσον αφορά στον πρώτο βαθμό. Ταυτόχρονα, και για όσους απορρίπτεται το αίτημά τους τελεσίδικα, εκκινεί η διαδικασία της αναγκαστικής επιστροφής/απέλασής τους ενώ δίνεται και η δυνατότητα του οικειοθελούς επαναπατρισμού. Με άλλα λόγια, στη Σιντική εφαρμόζεται εμπροσθοβαρώς και όπως αυτή προβλέπεται σε επίπεδο προθεσμιών η συνοριακή διαδικασία του Νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που θα τεθεί σε πλήρη εφαρμογή στα Κράτη Μέλη της ΕΕ τον Ιούνιο του 2026.

Αξίζει δε να αναφερθεί ότι με την παρουσία 150 περίπου συνοριοφυλάκων και με ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις από τους όμορους νομούς, η κατάσταση εντός της δομής είναι πλήρως ελεγχόμενη και τα περιστατικά ανομίας μηδαμινά. Η πρόσφατη, πιθανώς υποκινούμενη αποτυχημένη απόπειρα απόδρασης, αντιμετωπίστηκε άρτια τόσο επιχειρησιακά όσο και ως προς το νομικό σκέλος της αποδεικνύοντας ότι οι Ελληνικές Αρχές δεν εκβιάζονται ούτε απειλούνται. Συνακόλουθα, φαινόμενα όπως η διακίνηση ναρκωτικών στη δομή της Μόριας Λέσβου, η εκτεταμένη πορνεία στην πρώην δομή της Σάμου και οι εθνοτικές συγκρούσεις που είχαν λάβει χώρα σε Λέρο, Κω και Μαλακάσα αποτελούν μακρινές σκοτεινές αναμνήσεις από τις οποίες είναι ξεκάθαρο ότι οι κάτοικοι στην ευρύτερη περιοχή της Σιντικής είναι απαλλαγμένοι.

Πάρα ταύτα η ύπαρξη και λειτουργία της συγκεκριμένης δομής «ενοχλεί» και προσφάτως με αφορμή την προαναφερθείσα απόπειρα εξέγερσης διακινήθηκαν στον τύπο άρθρα, οι γράφοντες των οποίων στοιχηματίζω ότι δεν μπήκαν καν στον κόπο να την επισκεφτούν δια ζώσης ή τουλάχιστον να τη ψάξουν στο χάρτη. Βλέπετε ο πειρασμός της άκριτης και ανέξοδης υιοθέτησης φημών βολεύει όσο και αν διαστρεβλώνει την πραγματικότητα. Είναι άλλο να γράφεται ότι μια δομή που καθημερινά στεγάζει 800 άτομα έχει τα συνήθη λειτουργικά προβλήματα όπως κάθε χώρος φιλοξενίας που επιτρέπει τη χωροταξική συνύπαρξη μιας μεγάλης πληθυσμιακής ομάδας και άλλο να παρουσιάζεται ως το άντρο τρωκτικών και φιδιών. Παρεμπιπτόντως και για τους γνώστες της ελληνικής υπαίθρου η θερμοκρασία τις βραδινές ώρες κατά το μήνα Νοέμβριο στα ορεινά της Μακεδονίας αγγίζει μετά βίας τους 5 βαθμούς Κελσίου και η ύπαρξη φιδιών καθίσταται εκ των πραγμάτων απαγορευτική!! Επίσης, το να κατηγορούνται οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας ασύλου ότι εφαρμόζουν πρακτικές οριζόντιας απόρριψης αιτημάτων δίχως να παρέχουν τα εχέγγυα της εξατομικευμένης εξέτασης συνιστά στην καλύτερη περίπτωση άγνοια των διαδικασιών που εφαρμόζονται σήμερα στις Σέρρες.

Ακόμα πιο αλγεινή εντύπωση, όμως, προκαλεί το γεγονός ότι η συγκεκριμένη αρθρογραφία επιχειρούσε με έμμεσο τρόπο να δικαιολογήσει την παραβατική συμπεριφορά των μεταναστών εντός της δομής κάνοντας έναν τρομακτικό συμψηφισμό της σωματικής ακεραιότητας του προσωπικού με την αυτοδικία στην οποία κατέφυγαν οι διαμένοντες ως απόρροια των υποτιθέμενα απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης και της αγανάκτησης που αυτές τους προκάλεσαν.

Για ποιο λόγο όμως, έχει «σηκωθεί τόση σκόνη» και γίνεται τέτοιος ντόρος για τη λειτουργία μίας δομής που λειτουργεί με όλα τα πρωτόκολλα ακολουθώντας το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο; Ποια είναι η αληθινή αιτία πίσω από τον καταγγελτικό λόγο ενάντια στο modus operandi ενός χώρου απόλυτα συμμορφωμένου με τα διεθνή standards διοικητικής κράτησης; Γιατί ξενίζει τόσο πολύ η ταχεία εξέταση αιτημάτων διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τον εθνικό κατάλογο των ασφαλών χωρών, διαδικασία που άλλωστε είναι συμβατή με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες; Μήπως τελικά η συγκεκριμένη δομή αποτελεί ένα φόβητρο; Φόβητρο όχι για τους μετανάστες που πραγματικά χρήζουν διεθνούς προστασίας αλλά για όλους αυτούς που επιχειρούν να ποδηγετήσουν ταλαίπωρους και οικονομικά εξαθλιωμένους ανθρώπους και θύματα εμπορίας προκειμένου να δικαιολογήσουν την επαγγελματική τους ύπαρξη και επιβίωση; Η υπονόμευση του συμβολικού χαρακτήρα της δομής είναι κάτι παραπάνω από εμφανής όπως εμφανής είναι η απόπειρα δημιουργίας εντυπώσεων με προσχηματική επίκληση στο συναίσθημα.

Προσωπικά στο μεταναστευτικό σέβομαι όλους τους συνομιλητές/τριες που με αφοπλιστική ειλικρίνεια υπερασπίζονται δημόσια την ιδεολογική στάση των «ανοιχτών» συνόρων και την κατάλυση κάθε μορφής παραμεθοριακών ελέγχων οραματιζόμενοι/ες μια παγκόσμια κοινότητα με ανεμπόδιστη κινητικότητα και πρόσμιξη λαών με διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά που επιτρέπει τη μετατροπή της ανεξέλεγκτης μαζικής παράνομης μετανάστευσης σε κανονικότητα. Είναι μια πολιτική θέση με σαφή επιχειρήματα εδράζοντας τη δύναμή της σε συγκεκριμένα κοινωνιολογικά ρεύματα. Οι θιασώτες της γραμμής αυτής προσεγγίζουν το μεταναστευτικό ως ένα επιμέρους κομμάτι μιας ολιστικής ριζικής κοινωνικής αναμόρφωσης μέσω τελικώς της αναδιανομής των μέσων παραγωγής. Είναι οι ίδιοι που αρνούνται τα χρήματα των Βρυξελλών ακόμα και όταν πρόκειται για επιδοτήσεις και έχουν δυσανεξία στον αστικό τρόπο σκέψης και διαχείρισης της παράνομης μετανάστευσης. Είναι όμως ειλικρινείς και αυτό ουδείς μπορεί να τους το αρνηθεί.

Το πρόβλημα γεννάται όταν κάποια άλλα «κέντρα» υπό το πρόσχημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της εμπορευματοποίησης του ακτιβισμού επιχειρούν την εδραίωση ενός τρόπου σκέψης που απορρίπτει ως «αντιδραστικό κάθε τι που έχει ως γνώμονά του την κοινωνική συνοχή και τη δημόσια ασφάλεια. Υπό το πρίσμα αυτό, η προώθηση της φύλαξης των συνόρων βαπτίζεται ρατσισμός και η λήψη μέτρων για την απομάκρυνση όσων δεν δικαιούνται διεθνούς προστασίας χαρακτηρίζεται ξενοφοβικό παραλήρημα. Οι κάτοικοι των τοπικών κοινοτήτων που γειτνιάζουν με δομές φιλοξενίας και υπήρξαν θύματα παραβατικών συμπεριφορών στο παρελθόν, οι αστυνομικοί που τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια των επεισοδίων στη Σιντική όπως στο παρελθόν οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ασύλου οι οποίοι δέχτηκαν βίαιες επιθέσεις επειδή απλά ασκούσαν τα καθήκοντά τους στο πεδίο έχουν εξίσου ανθρώπινα δικαιώματα και δικαιούνται το σεβασμό για την προσπάθεια που καταβάλουν. Το να δικαιολογούνται, λοιπόν, ποινικά κολάσιμες ενέργειες που βάλλουν ενάντια στη ζωή και την ακεραιότητα μελών άλλων κοινωνικών ομάδων είναι το τελευταίο στάδιο μιας επικίνδυνης ηθικής διολίσθησης, όπου η δημόσια συζήτηση παύει να στηρίζεται στη λογική, στον σεβασμό και στο κράτος δικαίου, και μετατρέπεται σε πεδίο ανοχής προς τη βία και την αυθαιρεσία.

,