Την εποχή που κατασκευάστηκε, λίγο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γραμμή Μεταξά θεωρούνταν έργο τιτάνιο, ασύλληπτου κόστους και τεράστιας εθνικής σημασίας. Σήμερα τα περισσότερα οχυρά και οι παρακείμενες πρώην στρατιωτικές εγκαταστάσεις που τα περιβάλλουν έχουν μπει στο στόχαστρο «εμπόρων σιδήρου», που τα αποψιλώνουν από κάθε χρήσιμο υλικό, για να το πουλήσουν στη συνέχεια για σκραπ στη Βουλγαρία
Το 1,5 δισ. δραχμές του 1936 θα αντιστοιχούσε σήμερα σε περισσότερα από 60 δισ. ευρώ, ένα ποσό τεράστιο, σχεδόν όσο το 1/6 του εξωτερικού χρέους της Ελλάδας του 2012. Κι όμως, για τον Ιωάννη Μεταξά το αστρονομικό αυτό κονδύλι έπρεπε, πάση θυσία, να διατεθεί για τη δημιουργία μιας οχύρωσης στα βόρεια σύνορα της χώρας, τέτοιας ώστε να διεκδικεί με αξιώσεις τον τίτλο της «απόρθητης». Κατά το διάστημα της κατασκευής της, την τετραετία 1936-40, η λεγόμενη «Γραμμή Μεταξά» απορρόφησε ένα πελώριο και ζωτικό κομμάτι από τον κρατικό προϋπολογισμό, για τη δικτατορία όμως της 4ης Αυγούστου η οχύρωση του Ρούπελ ήταν ζήτημα υψίστης εθνικής σημασίας. Οταν ο ελληνικός στρατός χρησιμοποίησε τα οχυρά για να αποκρούσει τη γερμανική στρατιά, αποδείχτηκε ότι το 1,5 δισ. δεν είχε σπαταληθεί άδικα. Κάποια από τα 21 οχυρά της Γραμμής Μεταξά δεν έπεσαν ποτέ, παρά τη λυσσαλέα επίθεση των ναζί. «Οι διοικητές των λόχων που κρύβονταν στα τσιμεντένια λαγούμια αρκετών από αυτά τα, υπερσύγχρονα για την εποχή, φρούρια αρνήθηκαν ακόμη και να τα παραδώσουν: παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα είχε συνθηκολογήσει, στο πεδίο της μάχης ίσχυε αυτό που είχε δηλώσει ο ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος, διοικητής του Ρούπελ, στον Γερμανό συνταγματάρχη: “Τα οχυρά δεν παραδίδο- νται. Καταλαμβάνονται”» δήλωσε στο «ΘΕΜΑ» ο ερευνητής και συγγραφέας του βιβλίου «Η στενωπός του Ρούπελ» κ. Νίκος Γκιρμπάτσης. Το «μολών λαβέ» του 1941 ηχεί παράτολμο, περήφανο και ηρωικό, ταυτόχρονα όμως βρίσκεται σε δραματική αναντιστοιχία με τη σημερινή εικόνα των οχυρών στη Γραμμή Μεταξά: κουφώματα, κεραμίδια, λέβητες, σώματα καλοριφέρ και λοιπά απορρίμματα κάθε είδους και μεγέθους φράζουν τις εισόδους και γεμίζουν τις στοές των πάλαι ποτέ υποδειγματικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Ξέφραγα, έγιναν εύκολη λεία για τους Ελληνες και Βούλγαρους καταπατητές που τα λεηλάτησαν άγρια, αποψιλώνοντας οτιδήποτε χρήσιμο υπήρχε μέσα. Οσα δε από τα κτίρια γλίτωσαν από το πλιάτσικο, έχουν μετατραπεί αυθαίρετα σε αυτοσχέδια μαντριά, αποθήκες, ακόμη και σε κοιτώνες παράνομων μεταναστών.
Πολυβολεία και υπόγειες σήραγγες
Κάθε οχυρό αποτελεί ουσιαστικά ένα δαιδαλώδες και αθέατο για τον εξωτερικό παρατηρητή συγκρότημα, το οποίο συντίθεται κυρίως από υπόγειες σήραγγες. Σε αυτές περιλαμβάνονταν επιμέρους επίγειες οχυρές κατασκευές, παρατηρητήρια, πυροβολεία, πολυβολεία κ.λπ., καθώς και μια τεράστια ανάπτυξη αντιαρματικών τάφρων, ζωνών αντιαρματικών σιδηροπηγμάτων και σκυροδέματος, σε διπλές και τριπλές γραμμές ανάσχεσης. Συνολικά, η Γραμμή Μεταξά αποτέλεσε ένα τιτάνιο έργο για τα δεδομένα εκείνης της εποχής – και όχι μόνο. Τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ελλάδα στις 6/4/1941 και οι υπερασπιστές των οχυρών της Γραμμής Μεταξά αντιστάθηκαν με όλες τους τις δυνάμεις προκαλώντας την έκπληξη του εχθρού, αλλά και τον θαυμασμό των συμμάχων.
Οι Ελληνες αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν όταν τα ναζιστικά στρατεύματα παρέκαμψαν τα οχυρά μέσω Γιουγκοσλαβίας και κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη.
Περιμένοντας τη διάσωση
Εως τις αρχές του 2000 μέρος των οχυρών της Γραμμής Μεταξά παρέμενε ενταγμένο στον αμυντικό σχεδιασμό της Ελλάδας. Στη συνέχεια, τόσο λόγω αλλαγής των στρατιωτικών δογμάτων άμυνας όσο και των γεωπολιτικών εξελίξεων στην περιοχή της Βαλκανικής, τα οχυρά απώλεσαν τη στρατιωτική τους σημασία.
Σήμερα μόνο το οχυρό του Ρούπελ είναι αξιοποιήσιμο ως επισκέψιμος χώρος, με ευθύνη της 10ης Ταξιαρχίας Σερρών. Από το σύνολο των στρατιωτικών εγκαταστάσεων της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου μόνο τα κύρια οχυρά παραμένουν στην ευθύνη του υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Οι υπόλοιπες υποδομές, οι οποίες στην πλειονότητά τους βρίσκονται σε ορεινές περιοχές, παραχωρήθηκαν στο υπουργείο Περιβάλλοντος (Διεύθυνση Δασών), το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, αλλά και στους παρακείμενους δήμους. Ωστόσο, όλοι αυτοί οι φορείς, εξαιτίας της κρίσης, αδυνατούν όχι μόνο να τα αξιοποιήσουν, αλλά έστω να τα διαφυλάξουν. Το αποτέλεσμα είναι να έχουν υποστεί καταστροφική λαφυραγωγία, απαιτώντας τεράστια ποσά για την αποκατάστασή τους. Πρόσφατα στις Σέρρες συνελήφθησαν Βούλγαροι που επιχείρησαν να μεταφέρουν με ένα φορτηγάκι στη χώρα τους κουφώματα και άλλο υλικό που νωρίτερα είχαν αφαιρέσει παρανόμως από πρώην στρατιωτικές εγκαταστάσεις στα ιστορικά οχυρά του Μπέλες. «Η εικόνα των οχυρών και των υπολοίπων εγκαταστάσεων μας στεναχωρεί. Δεν είναι μόνο οι Βούλγαροι αλλά και δικοί μας που τα καταστρέφουν για να πουλήσουν το υλικό για παλιοσίδερα», λέει στο «ΘΕΜΑ» ο πρόεδρος της κοινότητας Νέου Πετριτσίου κ. Ιορδάνης Τριανταφυλλίδης, ζητώντας να υπάρξει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από ην Πολιτεία. Η διαχείριση των παροπλισμένων οχυρών και όσων πρώην στρατιωτικών εγκαταστάσεων παρέμειναν στην περιοχή ευθύνης του υπουργείου Εθνικής Άμυνας σήμερα έχει ανατεθεί στο ΤΕΘΑ (Ταμείο Εθνικής Αμυνας). Σύμφωνα με πληροφορίες, το Ταμείο βρίσκεται στη φάση ενός ευρύτερου σχεδιασμού, ο οποίος θα περιλαμβάνει την αξιοποίηση των εγκαταστάσεων σε συνεργασία με τοπικούς φορείς ή ακόμη και με ιδιώτες μέσω συμπράξεων, για οικοτουριστικούς σκοπούς.
Το 2009 ο βουλευτής Σερρών του ΠΑΣΟΚ κ. Μάρκος Μπόλαρης είχε καταθέσει ολοκληρωμένη πρόταση για την αξιοποίηση και την ανάπτυξη των οχυρών στα όρη Μπέλες και Αγκιστρο Σερρών, συνολικού μήκους 38 χλμ. Πρόκειται για μια πρόταση αξιοποίησης ανάλογη με αυτή της γαλλικής πόλης Βερντέν, η οποία γειτνιάζει με την περίφημη Γραμμή Μαζινό. Σε δεύτερη φάση, το σχέδιο Μπόλαρη κατατέθηκε από τον Δήμο Σιντικής Σερρών στο ΤΕΘΑ, όπου αξιολογήθηκε θετικά μεν, κόλλησε όμως στη συνέχεια, ελλείψει χρηματοδότησης, εννοείται.
Στο Κάτω Νευροκόπι Δράμας το ΤΕΘΑ έχει παραχωρήσει στον τοπικό δήμο τη χρήση του οχυρού Λίσσε, όπου ήδη βρίσκεται σε φάση υλοποίησης, μια πρόταση που εγκρίθηκε στο διασυνοριακό πρόγραμμα Interreg. Σύμφωνα με τον δήμαρχο κ. Μελέτη Μαυρίδη, πρόκειται για ένα ζωντανό μουσείο ιστορίας, όπου μεταξύ άλλων ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει ακόμη και τις επικές μάχες Ελλήνων και Γερμανών μέσα στο οχυρό με τη χρήση εικονικής πραγματικότητας.
Δεν είναι όμως μόνο τα οχυρά που περιμένουν την αξιοποίησή τους, αλλά και δεκάδες πρώην μικρά και μεγάλα στρατιωτικά κτίρια, τα οποία παραχωρήθηκαν από το ΤΕΘΑ στη Γενική Γραμματεία Δασών του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Ομως, λόγω της γραφειοκρατίας και περιορισμών της νομοθεσίας δεν μπορούν να αξιοποιηθούν με ιδιωτική πρωτοβουλία, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να έχουν εγκαταλειφθεί και να λεηλατούνται. «Τα κτίρια αυτά θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για ήπιες μορφές τουρισμού από τους οικείους δήμους ή και από ιδιώτες αλλά βυθίζονται στη γραφειοκρατία», επισήμανε στο «ΘΕΜΑ» η βουλευτής Σερρών της Ν.Δ. κυρία Φωτεινή Αραμπατζή. Η ίδια μάλιστα προτίθεται να καταθέσει σχετική ερώτηση στη Βουλή προς τονίδια μάλιστα προτίθεται να καταθέσει σχετική ερώτηση στη Βουλή προς τον υπουργό Περιβάλλοντος το αμέσως επόμενο διάστημα.
Το μεγαλύτερο τεχνικό έργο του 20ού αιώνα στην Ελλάδα
Τα 21 οχυρά της Γραμμής Μεταξά καλύπτουν συνολικά 251 χλμ. κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, από το βουνό Μπέλες, πάνω από τη λίμνη Κερκίνη στον Νομό Σερρών, έως το χωριό Νυμφαία στη Ροδόπη. Τα σημαντικότερα από αυτά υπήρξαν τα οχυρά του Ρούπελ (το μόνο διατηρητέο και επισκέψιμο, ως μνημείο) και του Ιστίμπεη (Σέρρες), του Λίσσε (Δράμα) και της Νυμφαίας.
Το μέγεθος του έργου είναι δυσθεώρητο, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη ο χρόνος που απαιτήθηκε ια την ολοκλήρωσή του: Μέσα σε τριάμισι χρόνια (Νοέμβριος 1936 – Ιούλιος 1940) διανοίχτηκαν υπόγειες στοές συνολικού μήκους 24 χλμ. και υπόγεια καταφύγια μήκους περίπου 13 χλμ., ενώ για την προσέγγιση στις περιοχές των οχυρών είχε κριθεί απαραίτητη η διάνοιξη 174 χλμ. οδικού δικτύου, αλλά και η κατασκευή λιμανιού στην Αμφίπολη Σερρών. Αρκεί να σημειωθεί ότι για τις δύο γραμμές του αθηναϊκού μετρό, μήκους 18 χλμ., κατά την πρώτη φάση, χρειάστηκαν εννέα χρόνια…
Ο στρατιωτικός σχεδιασμός του έργου έγινε από αξιωματικούς του Πεζικού και του Πυροβολικού, ενώ η κατασκευή ανατέθηκε σε αξιωματικούς του Μηχανικού. Ιδιαίτερα σημαντικός υπήρξε ο ρόλος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΑΒΒΙΔΗ